Τον φόβο που προκαλεί στους γονείς η κληρονομικότητα αναδεικνύει νέα δημοσκόπηση, που φέρνει αυτό το ζήτημα στο επίκεντρο του ιατρικού ενδιαφέροντος.
Τα στοιχεία δείχνουν πως όλο και περισσότεροι γονείς ενδιαφέρονται να λάβουν επιστημονική πληροφόρηση για τις κληρονομικές παθήσεις και για το κατά πόσο μπορούν να προστατεύσουν τα παιδιά τους από τον κίνδυνο.
Μελετώντας τις περιπτώσεις παιδιών από το νοσοκομείο C.S. Mott Children’s Hospital του Πανεπιστημίου Υγείας του Μίσιγκαν, η δημοσκόπηση αποκαλύπτει την ανησυχία των γονέων για το ενδεχόμενο να μεταβιβάσουν ιατρικά ζητήματα στα παιδιά και τα εγγόνια τους.
Οι ειδικοί υπογραμμίζουν τη σημασία του εφοδιασμού των γονέων με τα απαραίτητα εργαλεία και τις γνώσεις για την αντιμετώπιση αυτών των ανησυχιών.
Ο ρόλος του οικογενειακού ιστορικού υγείας
Στη δημοσκόπηση, που διενεργήθηκε τον Φεβρουάριο του 2024, συμμετείχαν 2.057 γονείς παιδιών ηλικίας 1-18 ετών. Τα αποτελέσματά της έδειξαν ότι το 1/4 των ερωτηθέντων είχε ζητήσει από τους γιατρούς να εξετάσουν το παιδί τους για κληρονομικές παθήσεις. Επιπλέον, το 7% των γονέων είχε ζητήσει γενετικές εξετάσεις για το παιδί τους.
Οι γονείς φαίνεται να πιστεύουν ότι το οικογενειακό ιστορικό παίζει ρόλο στην αύξηση του κινδύνου εμφάνισης διαφόρων παθήσεων, συμπεριλαμβανομένων των αλλεργιών (41%), των διαταραχών ψυχικής υγείας (33%), της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (23%), της παχυσαρκίας (22%), των καρδιακών παθήσεων (20%), του καρκίνου (20%), του αλκοολισμού (18%), των αυτοάνοσων διαταραχών (13%), του αυτισμού (6%) και άλλων χρόνιων παθήσεων (29%).
Είναι δυνατόν να παρακάμψουμε την κληρονομικότητα;
Η δημοσκόπηση ανέδειξε ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα: Το 1/4 των γονέων πιστεύει ότι μπορεί να αποτρέψει τον κίνδυνο κληροδότησης παθήσεων στα παιδιά. Από την πλευρά της, η Sarah Clark, M.P.H., συνυπεύθυνη της δημοσκόπησης, τονίζει την πολυπλοκότητα αυτών των διαταραχών, οι οποίες συχνά επηρεάζονται από ένα συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, καθώς και παραγόντων του τρόπου ζωής.
Ένας από τους κύριους φόβους των γονέων είναι αυτός της κληροδότησης ψυχικών παθήσεων. Ενώ πολλές εκφάνσεις της ψυχικής υγείας συνδέονται με γενετικούς παράγοντες, η δημοσκόπηση αποκάλυψε ότι οι γονείς αισθάνονται πιο άνετα να θίγουν το ζήτημα των ιατρικών καταστάσεων, παρά το ιστορικό ψυχικής υγείας. Ειδικότερα οι γονείς των μεγαλύτερων παιδιών είναι πιο πιθανό να συζητήσουν το οικογενειακό ιατρικό ιστορικό παρά το ιστορικό ψυχικής υγείας. Η δρ. Clark αποδίδει αυτό το γεγονός στο στίγμα που περιβάλλει την ψυχική υγεία, το οποίο δυστυχώς επιμένει ακόμη και σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο και ενθαρρύνει τους γονείς να εξομαλύνουν τις συζητήσεις για την ψυχική υγεία, προωθώντας έτσι την ανοιχτή, ειλικρινή επικοινωνία μέσα στην οικογένεια.
Ενδυνάμωση της επόμενης γενιάς
Η δημοσκόπηση διαπίστωσε επίσης ότι πολλοί γονείς πιστεύουν ότι τα μεγαλύτερα παιδιά τους (ηλικίας 12-18 ετών) θα μπορούσαν να συμπληρώσουν ένα έντυπο σχετικά με το οικογενειακό ιστορικό υγείας τους με κάποια καθοδήγηση. Καθώς τα παιδιά πλησιάζουν στην ενηλικίωση, γίνεται όλο και πιο σημαντικό γι’ αυτά να κατανοούν το οικογενειακό ιστορικό υγείας τους.
«Το οικογενειακό ιστορικό μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας ώστε οι γιατροί να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις σχετικά με τις θεραπευτικές επιλογές», δήλωσε η δρ. Clark, προσθέτοντας ότι η ενθάρρυνση των εφήβων να μάθουν από νωρίς για το οικογενειακό ιστορικό υγείας τους μπορεί να τους δώσει τη δυνατότητα να αναλάβουν τον έλεγχο της υγείας τους και να λαμβάνουν σωστές και αποτελεσματικές αποφάσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Η σωστή ενημέρωση και η λήψη προληπτικών μέτρων μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να διαχειριστούν καλύτερα τους πιθανούς κινδύνους υγείας, διασφαλίζοντας ένα υγιές μέλλον για τη ζωή των παιδιών τους.