Ψυχοθεραπεία και coaching έγιναν της μόδας – Το πρόβλημα με τους «συμβούλους»

Ημερομηνία:

Κοινοποίηση:

«Είμαστε πια περιζήτητοι. Δεν ξέρω αν όντως οι άνθρωποι έχουν πρόβλημα ή η ψυχική υγεία είναι της μόδας» σχολίασε ένας ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής, ας τον πούμε κ. Λ, περιγράφοντας το ασφυκτικά γεμάτο πρόγραμμά του. Τα λόγια του προβληματίζουν: μα είναι κακό να αναζητά κανείς βοήθεια, εφόσον νιώθει πώς κάτι δεν πάει καλά;  Ήμήπως μιλούσε για μια ατζέντα γεμάτη από ανθρώπους που θέλουν να μάθουν τι τραύμα τους βαραίνει, αν έχουν διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) ή στοιχεία αυτισμού, αν περνούν μίνι κατάθλιψη ή είναι ιδεοψυχαναγκαστικοί, επειδή έτσι τους υπέδειξαν η pop ψυχολογία και οι γκουρού της;

Κατ’ αρχάς, οι νευροψυχιατρικές διαταραχές και άλλα προβλήματα από την ψυχική σφαίρα δεν εμφανίστηκαν χθες. Μπορεί εμπειρίες όπως η πανδημία του κορωνοϊού να συνέβαλαν σε αύξησή τους, η ανοδική πορεία, ωστόσο, ξεκίνησε πολύ νωρίτερα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), μεταξύ 1990 και 2013, ο αριθμός των ατόμων με κατάθλιψη ή/και αγχώδη διαταραχή αυξήθηκε κατά σχεδόν 50%, από 416 σε 615 εκατ. Παράλληλα, 1 στους 8 ανθρώπους στον κόσμο σήμερα έχει κάποια ψυχική διαταραχή, που επιδρά στις γνωστικές του λειτουργίες, τη συναισθηματική ρύθμιση ή τη συμπεριφορά του.

Κατά συνέπεια, δεν είναι οι αναγνωρισμένες και υπαρκτές προκλήσεις ψυχικής υγείας το πρόβλημα, αλλά ότι η πολύπλοκη φύση τους συμπυκνώθηκε σε εκλαϊκευμένες και απλουστευτικές ψυχολογικές θεωρίες και έννοιες, που διαδίδονται επί δεκαετίες μέσα από οδηγούς αυτοβοήθειας, βιβλία, περιοδικά, τηλεοπτικές εκπομπές, podcasts και social media, ανάλογα με τα μέσα της εποχής. Έτσι, ταυτόχρονα με την προσπάθεια των Αμερικανών ψυχιάτρων, στις αρχές του 1950, να ταξινομήσουν τα συμπτώματα που παρατηρούσαν στο πρώτο Διαγνωστικό και στατιστικό εγχειρίδιο ψυχικών διαταραχών (DSM-I), το φαινόμενο της pop ψυχολογίας -ή pop-psych(ology)– έμπαινε σε τροχιά απογείωσης με τη διείσδυση ψυχαναλυτικών εννοιών στον δημόσιο διάλογο και τη διαμόρφωση νέων αντιλήψεων γύρω από την ανθρώπινη συμπεριφορά.

Ναρκισσιστές, τραύματα και (αυτο)διαγνώσεις

Τις δεκαετίες του ‘60 και ‘70, η pop ψυχολογία παγιώθηκε μέσα από βιβλία όπως το «Games People Play» (1964) του ψυχιάτρου Eric Berne και το «I’m OK – You’re OK» (1969) του ψυχιάτρου Thomas Anthony Harris, εμπνευστή και συνεχιστή αντίστοιχα της Συναλλακτικής (Συνδιαλεκτικής) Ανάλυσης, θεωρίας μεταξύ αυτοβοήθειας και επίσημης ψυχολογίας που εστιάζει στους ασυνείδητους ψυχολογικούς ελιγμούς και τεχνάσματα που διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις, προτείνοντας ότι κάθε άνθρωπος γράφει προσωπικά το σενάριο της ζωής του βάσει των εμπειριών του και κατόπιν επιχειρεί να ζήσει σύμφωνα με αυτό.

Όπως η συναλλακτική ανάλυση υπεραπλούστευσε τις δυναμικές των ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων, έτσι και σήμερα με την pop ψυχολογία, ιδίως στα social media, όροι όπως «τραύμα», «ναρκισσισμός», «ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή», «gaslighting», «τοξικές σχέσεις» έγιναν καραμέλα και ξεχειλώθηκαν για να περιγράψουν τα πάντα. Καθημερινά, σε διαδικτυακές ή δια ζώσης συζητήσεις, πλήθος ανθρώπων θα πουν με βεβαιότητα πως έχουν υποστεί ναρκισσιστική κακοποίηση, πάσχουν από σύνθετη διαταραχή μετατραυματικού στρες ή έχουν κατάθλιψη «που όλοι, μωρέ, έχουμε περάσει λίγο-πολύ».

Ενδεχομένως να φταίει ο εγκέφαλός μας για την αγάπη στην απλοποιημένη, γεμάτη γενικεύσεις ψυχολογική γνώση. Όπως εξηγεί ο Caleb W. Lack, καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κεντρικής Οκλαχόμα, είναι στις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» μας η προτίμηση σε πληροφορίες που ευθυγραμμίζονται με πεποιθήσεις και εμπειρίες μας (προκατάληψη επιβεβαίωσης), ανακαλούνται εύκολα (ευρετική διαθεσιμότητα), είναι εύπεπτες και διοχετεύονται υπό μορφήν συγκινητικών ιστοριών και προσωπικών εμπειριών, που εξηγούν με απλό τρόπο τα ψυχολογικά φαινόμενα αλλά, κυρίως, υποστηρίζονται από «αυθεντίες».
Την «ψυχιατρικοποίηση παντού» και pop ψυχολογία έθρεψαν συγγραφείς best sellers για το πώς να φτιάξεις τη ζωή σου με θετική σκέψη, σοσιαλμιντιακές περσόνες που συστήνουν τον νευρογλωσσικό προγραμματισμό ως το κλειδί της επιτυχίας (βλ. «Είμαι όμορφη, μου αξίζουν τα καλύτερα!») και influencers που νίκησαν την αγχώδη διαταραχή απομακρύνοντας τους τοξικούς ανθρώπους. Όσο για τις ανεκπλήρωτες ανάγκες ψυχικής υγείας, ήρθαν να τις καλύψουν coaches που, σύμφωνα με τον καθηγητή Ψυχιατρικής του Στάνφορντ, Elias Aboujaoude, παρότι δεν δηλώνουν ψυχολόγοι, συστήνονται ως σύμβουλοι ψυχικής υγείας που προσφέρουν συνεργασία, βραχυπρόθεσμες λύσεις και ευελιξία, χωρίς εντούτοις το κατάλληλο υπόβαθρο για να αναγνωρίσουν περιπτώσεις ανθρώπων με πραγματικά προβλήματα από την ψυχική σφαίρα.

Μαζική παραγωγή επαγγελματιών ψυχικής υγείας

«Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία αύξηση, αφενός, των προγραμμάτων σπουδών στην ψυχολογία, αφετέρου, των σεμιναρίων ψυχοθεραπείας. Εάν αναλογιστούμε ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν 7 τμήματα Ψυχολογίας σε ΑΕΙ και τουλάχιστον 13 Κολλέγια, μπορούμε να υπολογίσουμε τον αριθμό των αποφοίτων. Συγκεκριμένα, περίπου 140-170 είναι οι εισακτέοι στα τμήματα ψυχολογίας των Δημόσιων Πανεπιστημίων και περίπου 50-80 είναι οι σπουδαστές ανά τμήμα ανά κολλέγιο. Σε αυτή την εξίσωση, θα πρέπει να προστεθούν και κέντρα ψυχοθεραπείας (τουλάχιστον 120 σε όλη την Επικράτεια) που παρέχουν διπλώματα συμβούλου ψυχικής υγείας σε περίπου 30 άτομα το χρόνο» σημειώνει η Ζωή Σιούτη, M.Sc. & M.Ed., Κλινική και Συμβουλευτική Ψυχολόγος, Παιδοψυχολόγος, και Θεραπεύτρια CBT, ACT και EMDRΤ, αποδίδοντας την κατάσταση στην αυξανόμενη ζήτηση επαγγελματιών ψυχικής υγείας στην αγορά εργασίας.

«Στη σημερινή εποχή, η ψυχολογία είναι ένα top επάγγελμα με αυξημένες αμοιβές, λόγω της αυξημένης ζήτησης της αγοράς για ψυχολόγους» σημειώνει και εξηγεί πως οφείλεται και μεταξύ άλλων στο ότι:

– η ψυχοθεραπεία δεν αποτελεί πλέον ταμπού. «Τα παλαιότερα χρόνια τα άτομα που αναζητούσαν ψυχοθεραπεία στιγματίζονταν από την κοινωνία ως ασταθή και “τρελά”, ενώ σήμερα τα στερεότυπα αυτά έχουν μειωθεί σε σημαντικό βαθμό»

  – η ύπαρξη ολοένα περισσότερων άρθρων και βίντεο ψυχολογίας που «έχει θέσει πολλά άτομα σε μία ψυχική εγρήγορση με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε αυτοδιαγνώσεις («μήπως έχω ΔΕΠΥ, αυτισμό, κατάθλιψη;» κ.ο.κ.). Η αυτοδιάγνωση κινητοποιεί τα άτομα να αναζητήσουν κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας για να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν την αυτοδιάγνωση που προέκυψε ίσως και από λανθασμένη πληροφόρηση»
– η ψυχοθεραπεία αποτελεί πλεονέκτημα στη σημερινή εποχή. «Είναι σχεδόν απαραίτητη προϋπόθεση για αναζήτηση μίας καλή εργασίας. Άλλωστε σε μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού οι συνεντευξιαζόμενοι ερωτώνται εάν έχουν ολοκληρωμένη ψυχοθεραπεία, καθώς αυτό συνιστά προσόν ώστε το άτομο να ταιριάξει και να συνεργαστεί με τα υπόλοιπα άτομα της ομάδας εργασίας. Το ίδιο ακριβώς συναντούμε όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια για την επίτευξη μίας συντροφικής σχέσης, όπου αρκετοί ερωτούν στον πρώτο ραντεβού εάν το άτομο που έχουν απέναντι τους έχουν ολοκληρώσει ή βρίσκονται σε ψυχοθεραπεία»
– αποτελεί τάση της εποχής. «Μερικά άτομα έρχονται για ψυχοθεραπεία διότι κάποιος τους το είπε να πάνε ή πήγαινε κάποια φίλη/ος τους ή τους το πρότειναν για το καλό τους, π.χ. “πήγαινε θα σου κάνει καλό, θα με θυμηθείς”»
έχουν αυξηθεί σύγχρονα προβλήματα της καθημερινότητας «όπως το έντονο στρες και άγχος, οι πολλαπλοί ρόλοι κ.α., με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται με την ψυχοθεραπεία».

Η ψυχική υγεία και η φροντίδα της δεν είναι επιπολαιότητες

Η κ. Σιούτη εξηγεί γιατί είναι προβληματική η μαζική παραγωγή επαγγελματιών που θα κληθούν να φροντίσουν την εύθραυστη ψυχική υγεία:

«Κάθε ενδιαφερόμενος για σπουδές ψυχολογίας θα πρέπει να γνωρίζει ότι οι βασικές σπουδές δεν αρκούν. Για να μπορέσει κανείς να καθίσει στη θέση του ψυχοθεραπευτή, απαιτείται, εκτός από τις βασικές σπουδές και ενδεχομένως μεταπτυχιακό, η ειδίκευση σε μία συγκεκριμένη προσέγγιση, διάρκειας 3-4 ετών και η εποπτεία από άλλο εμπειρότερο συνάδελφο. Αντίστοιχα στο εξωτερικό, οι σπουδές στην ψυχολογία είναι συνήθως τρία έτη φοίτησης, αλλά κανένας απόφοιτος δεν μπορεί να εργαστεί ως ψυχολόγος μόνο με αυτό το προσόν. Έτσι, είναι απαραίτητη η απόκτηση μεταπτυχιακού και διδακτορικού διπλώματος, η πιστοποιημένη εκπαίδευση σε επίσημο φορέα με εξετάσεις για την επάρκεια του διπλώματος, η απόκτηση κλινικής εμπειρίας μέσω πρακτικής άσκησης και φυσικά η προσωπική ατομική ψυχοθεραπεία.

»Κατ’ αποτέλεσμα, οι σπουδές στην ψυχολογία έχουν τεράστιο κόστος, ψυχικό, συναισθηματικό, χρονικό και οικονομικό».
Στα παραπάνω συμπληρώνει πως «κίνητρο για την ενασχόληση κάποιου με την ψυχοθεραπεία ως θεραπευτής δεν θα πρέπει να είναι ούτε η επαγγελματική αποκατάσταση ούτε, φυσικά, τα χρήματα. Το κίνητρο γίνεται αντιληπτό από τους θεραπευόμενους και η δυνατότητά τους να απευθυνθούν σε άλλο ψυχολόγο, πιο επαγγελματία, είναι πιο εύκολη από ποτέ».
.

Το πρόβλημα με τους σύμβουλους ψυχικής υγείας

Η pop ψυχολογία κάνει pop την παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Σήμερα, επισημαίνει η κ. Σιούτη, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει σεμινάρια σε ένα κέντρο και να αποκτήσει τον τίτλο του συμβούλου ψυχικής υγείας (mental health/life coach) σε λιγότερο από δύο έτη. «Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για να γίνει κανείς σύμβουλος ψυχικής υγείας και να παρέχει νόμιμα τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα πρέπει και αρκεί να ανοίξει τον αντίστοιχο Κ.Α.Δ. στην εφορία. Αυτό και μόνο. Έτσι, οποιοσδήποτε θέλει, ανεξαρτήτως επαγγελματικής ιδιότητας, ανοίγει γραφείο ως σύμβουλος ψυχικής υγείας» αναφέρει.
«Σε τέτοιες περιπτώσεις» εξηγεί, «η επιτυχία εξαρτάται από τις γνωριμίες του ατόμου, την επένδυσή του στη διαφήμιση και σε υποδομές για ωραία προβολή του (καλό κινητό με κάμερα, ring light για φωτισμό κ.α.), καθώς επίσης και στην εξασφάλιση της συνεχούς παρουσίας του στα social media. Ενδεικτικά, όλο και περισσότερο παρουσιάζονται ειδικά εργαλεία ψυχοθεραπείας, όπως η «σωστή καρέκλα» για το θεραπευόμενο ή «ειδικό φως για να φωτίζει τα εσώψυχά του». Εδώ απόκειται στον κάθε θεραπευόμενο να κατανοήσει ότι ο τρόπος που παρουσιάζεται μία υπηρεσία, δεν δημιουργεί κάποια διαφορά στην ουσία της».

Αναγκαίος ένας φορέας ελέγχου

Για την κ. Σιούτη, ο «παραλογισμός», όπως χαρακτηρίζει την κατάσταση, οφείλεται στην απουσία ενός φορέα ελέγχου. «Εάν κάποιος δηλώσει ότι είναι δικηγόρος ή γιατρός χωρίς άδεια άσκησης επαγγέλματος, ο πρώτος φορέας που θα δράσει άμεσα για την αποκατάσταση της νομιμότητας προς το συμφέρον, όχι μόνο του κλάδου, αλλά και της κοινωνίας εν όλω, θα είναι ο οικείος δικηγορικός ή ιατρικός σύλλογος.
»Στην Ελλάδα, οι δυσκολίες για την πιστοποίηση ενός ψυχοθεραπευτή ξεπερνιούνται πολύ πιο «εύκολα»: είτε θέλει κάποιος να γίνει ψυχολόγος με την απόκτηση ενός πτυχίου Πανεπιστημίου ή κολλεγίου είτε θέλει να γίνει σύμβουλος ψυχικής υγείας, αρκεί μία απλή δήλωση στην οικεία φορολογική αρχή.
»Συνεπώς, η ανάγκη για τη λειτουργία ενός ΝΠΔΔ για την προστασία των ψυχολόγων και κατ’ επέκταση όλης της κοινωνίας, είναι επιτακτικότερη από ποτέ. Η θεραπευτική διαδικασία θα πρέπει να στηρίζεται στην ειλικρίνεια, η εξασφάλιση της οποίας δεν είναι δεδομένη».

Σχετικά Άρθρα

Παχυσαρκία: Aυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης σε 18 είδη καρκίνου – Μειώνει μέχρι και 14 έτη το προσδόκιμο ζωής

Σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας αποτελεί η παχυσαρκία η οποία σχετίζεται με πάνω από 60 νοσήματα. Επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι...

Αϋπνία: Τι προκαλεί σε οργανισμό και ανοσοποιητικό ακόμη και μια νύχτα χωρίς ύπνο

Ακόμα και μια νύχτα χωρίς ύπνο – όπως αυτές που κάναμε στα φοιτητικά μας χρόνια- είναι αρκετή για...

Η «σιωπηρή» νόσος που στοίχισε τη ζωή της αγαπημένης «κακιάς» του Gossip Girl – 4 συμπτώματα SOS

Εντελώς ξαφνικά ήρθε η είδηση του θανάτου της ηθοποιού Michelle Trachtenberg σε ηλικία μόλις 39 ετών. Η ηθοποιός του «Gossip Girl» βρέθηκε...

Υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα: Βασικοί «ένοχοι» για τον καρκίνο του παχέος εντέρου

Ορισμένα τρόφιμα ευνοούν την ανάπτυξη του καρκίνου του παχέος εντέρου: αυτό είναι το πόρισμα επιστημόνων στις ΗΠΑ, διευκρινίζοντας...