Την επόμενη φορά που το μικρό δαχτυλάκι του ποδιού έρθει σε “μετωπική” με τη γωνία του καναπέ, μην ντραπείτε να ξεσκονίσετε τα «γαλλικά» σας. Έρευνες και επιστήμονες επιβεβαιώνουν ότι έτσι θα γίνει πιο ανεκτός ο πόνος. «Είναι κάτι που κάνουμε όλοι και είναι πραγματικά μαγικό» δήλωσε στην Washington Post ο Olly Robertson, ερευνητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Η επιστημονική κοινότητα αναζητά τους μηχανισμούς πίσω από τις αναλγητικές ιδιότητες της βωμολοχίας, που την κάνουν «ένα εργαλείο αυτοβοήθειας χωρίς φαρμακευτικές ουσίες, θερμίδες και κόστος», σύμφωνα με τον Richard Stephens, ερευνητή και λέκτορα ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Keele της Αγγλίας.

Παυσίπονες… βρισιές
Πίσω στο 2009, ο Stephens και η ομάδα του δημοσίευσαν την πρώτη μελέτη που συνέδεσε τη βωμολοχία με την υποαλγησία, τη μειωμένη δηλαδή ευαισθησία στα εξωτερικά επώδυνα ερεθίσματα. Οι συμμετέχοντες είχαν υποβληθεί σε επαγωγή πόνου (τεστ ψυχρής πίεσης) κατά την οποία κρατούσαν παγωμένο νερό για όσο περισσότερο μπορούσαν, επαναλαμβάνοντας μια βρισιά της επιλογής τους ή χωρίς να βωμολοχούν. Η πρώτη ομάδα φάνηκε να αντέχει περισσότερο στον πόνο και να αντιλαμβάνεται ως μικρότερη την έντασή του.
Τα παραπάνω ευρήματα επιβεβαιώθηκαν και από άλλες έρευνες, που απέδειξαν επιπλέον ότι το “μπινελίκι” έχει μαγικές ιδιότητες ανεξαρτήτως πολιτισμού και χώρας, ακόμα και σε λαούς όπως οι Ιάπωνες, όπου η χυδαιολογία και οι βρισιές δεν ταιριάζουν με την κουλτούρα τους.
Πολλά παραπάνω οφέλη
Τα οφέλη της βωμολοχίας εκτείνονται πέρα από την αντοχή στον πόνο και περιλαμβάνουν την ενίσχυση των κοινωνικών δεσμών, τη βελτίωση της μνήμης αλλά και την ανακούφιση από τον ψυχικό πόνο που προκαλεί ο κοινωνικός αποκλεισμός ή η απόρριψη. «Νευρολογικά, ο σωματικός και συναισθηματικός πόνος μοιράζονται τα ίδια μονοπάτια» εξήγησε ο Robertson. Νεότερες μελέτες έχουν συνδέσει τις βρισιές με ενίσχυση της δύναμης, κάτι που εξηγείται λογικά, σχολίασε ο Stephens που, όπως και άλλοι ερευνητές, έχει δείξει ότι όταν «ανοίγει ο οχετός» αυξάνεται ο καρδιακός ρυθμός, κατά τον τρόπο που συμβαίνει στην απόκριση «πάλης ή φυγής», οπότε το σώμα απελευθερώνει αδρεναλίνη και διοχετεύσει το αίμα στους μυς, ώστε να προετοιμαστούν για την αναγκαία δράση.
Σε μελέτη του 2018, όπου εξέτασε την αναερόβια ικανότητα των συμμετεχόντων στο ποδήλατο, διαπίστωσε ότι εκείνοι που έβριζαν είχαν μεγαλύτερη δύναμη -το να βρίζει κάποιος συνδέθηκε με βελτίωση της δύναμης των συμμετεχόντων. Εντούτοις, καθώς δεν υπήρξε κάποια φυσιολογική τιμή που να εξηγεί τη σχέση -πέραν της αύξησης των παλμών- εστίασε την προσοχή του στον ψυχολογικό παράγοντα. «Η έρευνά μου επιχειρεί να κατανοήσει ποιοι ψυχολογικοί μηχανισμοί πίσω από τη βωμολοχία οδηγούν σε τέτοια αποτελέσματα, τόσο για τον πόνο όσο και για τη σωματική δύναμη» δήλωσε. Επί του παρόντος, η κύρια εξήγησή του για το φαινόμενο είναι η θεωρία της άρσης των αναστολών: «Η ιδέα ότι, βρίζοντας, φέρνουμε απλώς τους εαυτούς μας σε μια κατάσταση χωρίς αναστολές, και έχοντας απωλέσει κάθε δισταγμό, πιέζουμε τους εαυτούς μας περισσότερο, το προσπαθούμε λίγο παραπάνω. Έτσι, θα ανεχτούμε το παγωμένο νερό για μερικά ακόμη δευτερόλεπτα, ή σε ένα τεστ δύναμης θα ασκήσουμε λίγη μεγαλύτερη πίεση στη χειρολαβή».
Στην κλινική πράξη
Σήμερα, εξετάζεται το σενάριο η βωμολοχία να περάσει από το «εργαστήριο» στο κλινικό περιβάλλον. Όπως εξηγεί στην Washington Post ο Nick Washmuth, καθηγητής φυσικοθεραπείας στο Πανεπιστήμιο Samford στην Αλαμπάμα, για να γίνει πράξη δεν αρκεί μόνο η κατανόηση των μηχανισμών με τους οποίους οι βωμολοχίες επηρεάζουν την αίσθηση του πόνου αλλά και του τρόπου με τον οποίο το περιβάλλον ενός ατόμου, η ηλικία του, το πόσο βρίζει στην καθημερινότητά του, οι βρισιές που χρησιμοποιεί και άλλες μεταβλητές, επηρεάζουν τη σχέση. Για όσους και όσες θέλουν να πειραματιστούν, ο Washmuth προτείνει μια έντονη βρισιά που έρχεται πρώτη στα χείλη σε μια άτυχη στιγμή, όπως όταν μαγκώνεται το δάχτυλο στην πόρτα. «Αν δεν σας έρθει καμία λέξη στο μυαλό, η λέξη “γ****ο” (”fuck” στο πρωτότυπο) είναι η πιο συχνή αυτόματη βρισιά που επιλέγουν οι συμμετέχοντες σε αυτές τις μελέτες. Βρίστε με σταθερό ρυθμό, μία βρισιά το δευτερόλεπτο έως μία κάθε τρία δευτερόλεπτα, με την ένταση σε επίπεδα απλής ομιλίας» εξηγεί.
Αυτό που ακόμα παραμένει μυστήριο, σύμφωνα με τον Washmuth, είναι αν τα σιωπηρά “μπινελίκια” και οι συγκρατημένες βρισιές, όπως αυτές που καταπνίγουμε σε δημόσιους χώρους ή όπου αλλού δεν επιτρέπουν οι συνθήκες, έχουν την ίδια δύναμη.