Η ιδέα πίσω από τη βιολογική ηλικία είναι ότι τα κύτταρα και τα όργανά μας έχουν τη δική τους ηλικία η οποία διαφέρει από αυτήν που αναγράφεται στην ταυτότητά μας.
Πολλοί επιστήμονες που ασχολούνται με τη γήρανση πιστεύουν ότι η γνώση της βιολογικής μας ηλικίας θα μπορούσε να μας βοηθήσει να καθυστερήσουμε ή να αποφύγουμε τη νόσο του Αλτσχάιμερ, τον καρκίνο, τις καρδιαγγειακές παθήσεις ή άλλες ασθένειες που σχετίζονται με τη γήρανση.
Όποιοι από εμάς έχουμε βρεθεί σε ένα reunion ξέρουμε πως κάποιοι άνθρωποι φαίνεται να γερνούν πιο γρήγορα από άλλους κι άλλοι να καθυστερούν να δείξουν την πραγματική τους ηλικία. Οι επιστήμονες μελετούν και εργάζονται με στόχο να βάλουν έναν αριθμό στη «βιολογική ηλικία» ενός ατόμου, εξετάζοντας την κυτταρική του υγεία αντί για το πόσα χρόνια ζει. Ορισμένες από αυτές τις μετρήσεις διατίθενται πλέον στο εμπόριο μέσω επιγενετικών ρολογιών (σ.σ. η «επιγενετική» ορίζει τις «αλλαγές που έχουν συμβεί στη γενετική αλληλουχία») ή εξετάσεων αίματος, αλλά οι ειδικοί προειδοποιούν ότι, ενώ αυτές οι δοκιμές είναι ενδιαφέρουσες στη θεωρία και θα μπορούσαν να είναι πολύτιμα ερευνητικά εργαλεία, τελικά δεν δίνουν κάποια χρήσιμη πληροφορία στο κοινό.
Πώς μετριέται η βιολογική ηλικία;
Η αρχική ιδέα αποδίδεται συχνά στον Βρετανό γιατρό-επιστήμονα Dr. Alex Comfort, ο οποίος δημοσίευσε μια σχετική εργασία το 1969. Επί δεκαετίες, οι επιστήμονες δεν είχαν καταλήξει πώς θα μπορούσαν να μετρήσουν τη βιολογική ηλικία κάποιου. Σήμερα, οι ερευνητές ορίζουν τη βιολογική ηλικία ως «τη συσσώρευση της βλάβης που μπορούμε να μετρήσουμε στο σώμα μας», εξηγεί η Dr. Andrea Britta Maier, διευθύντρια του Κέντρου Υγιεινής Μακροζωίας στο Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης. Αυτές οι φθορές προέρχονται από τη φυσική γήρανση, καθώς και από το περιβάλλον αλλά και τις συνήθειές μας. Μερικοί επιστήμονες υπολογίζουν τη μέτρηση αναλύοντας βιοδείκτες στο αίμα ή το σάλιο ενώ άλλοι επιστήμονες και μηχανικοί το κάνουν συγκρίνοντας άτομα με ευρύτερα πρότυπα γήρανσης.
Σημαντική πρόοδος σημειώθηκε το 2013 όταν ο Steve Horvath, καθηγητής γενετικής και βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, πρότεινε τη χρήση ενός «μετρητή-ρολόι» που βασίζεται στο πεδίο της επιγενετικής. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας, το DNA μας συσσωρεύει μοριακές αλλαγές που ενεργοποιούν και απενεργοποιούν διάφορα γονίδια. Ο Dr. Horvath ανέλυσε αυτές τις αλλαγές σε χιλιάδες ανθρώπους και ανέπτυξε έναν αλγόριθμο ώστε να προσδιορίσει πώς συσχετίζονται με την ηλικία.
Αυτές οι αλλαγές συμβαίνουν φυσικά καθώς μεγαλώνουμε, δήλωσε σε πρόσφατο άρθρο των New York Times ο Jesse Poganik, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ που ερευνά τη βιολογική γήρανση. Και πρόσθεσε ότι μπορεί να επιταχυνθούν από συμπεριφορές που επηρεάζουν την υγεία, όπως το κάπνισμα και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Ως αποτέλεσμα, έχει αποδειχθεί ότι η εκτίμηση της βιολογικής ηλικίας συνδέεται με στοιχεία όπως το προσδόκιμο ζωής και η υγεία.
Πώς να μειώσουμε την βιολογική μας ηλικία
Οι δραστηριότητες που επηρεάζουν τη βιολογική ηλικία -ο ύπνος, η άσκηση και η διατροφή- είναι ουσιαστικά οι καλές συνήθειες που ήδη γνωρίζουμε, αλλά επειδή τα γονίδια του καθενός από εμάς είναι διαφορετικά, η παρακολούθηση της βιολογικής μας ηλικίας θα μπορούσε να μας βοηθήσει να προσδιορίσουμε ποιες συνήθειες είναι πιο χρήσιμες και πώς να τις προσαρμόσουμε. Οι άνθρωποι μπορούν επίσης να επιχειρήσουν να μειώσουν τη βιολογική τους ηλικία μέσω διαλογισμού, γιόγκα ή άλλων τρόπων αποτελεσματικής διαχείρισης του στρες.
Ο Alex Zhavoronkov, διευθύνων σύμβουλος της Insilico Medicine, μίας εταιρείας που χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για την ανάπτυξη φαρμάκων που στοχεύουν σε ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία, λέει στη Wall Street Journal ότι η βιολογική ηλικία είναι μια χρήσιμη ιδέα για την ανάπτυξη φαρμάκων. Προσθέτει επίσης ότι, με βάση τις μελέτες για τη μακροζωία σε διάφορες χώρες σε όλο τον κόσμο, αμφιβάλλει αν οι άνθρωποι θα μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις αλλαγές στις συνήθειές τους για να ζήσουν περισσότερο. «Η ακραία βελτιστοποίηση του ύπνου, της άσκησης και της διατροφής είναι απίθανο να οδηγήσει σε δραματική αύξηση της διάρκειας ζωής», συμπληρώνει.
Τα επιγενετικά ρολόγια δεν είναι τα μόνα προϊόντα στην αγορά που υπόσχονται τη μέτρηση της βιολογικής ηλικίας. Ορισμένες εταιρείες προσφέρουν μια σειρά από συμβατικές εξετάσεις αίματος που μπορούν να γίνουν στο ιατρείο, όπως η χοληστερόλη ή η αιμοσφαιρίνη A1C, ο δείκτης για τον διαβήτη. Για παράδειγμα, εάν κάποιος είναι 45 ετών αλλά τα επίπεδα χοληστερόλης του μοιάζουν περισσότερο με αυτά του μέσου 50χρονου, τα αποτελέσματα των εξετάσεων μπορεί να λένε ότι η βιολογική του ηλικία είναι μεγαλύτερη από τα 45.
Το αν αυτές οι δοκιμές δεικτών αίματος εντοπίζουν πραγματικά τη βιολογική ηλικία σε αντίθεση με τη γενική υγεία παραμένει αντικείμενο συζήτησης. Το πλεονέκτημα είναι ότι αυτοί οι παράγοντες μπορούν να τροποποιηθούν. Γνωρίζουμε ήδη πώς να μειώσουμε τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μέσω φαρμακευτικής αγωγής και ποιες αλλαγές στον τρόπο ζωής χρειάζεται να κάνουμε. Αντίθετα, η επιγενετική ηλικία είναι επί του παρόντος περισσότερο ένα άγνωστο πεδίο.
Ο Michael Roizen, αναισθησιολόγος και ομότιμος επικεφαλής ευεξίας στην κλινική του Κλίβελαντ, δημιούργησε, πριν από 25 χρόνια, έναν από τους πρώτους υπολογιστές βιολογικής ηλικίας με βάση ένα ερωτηματολόγιο. Η άσκηση, για παράδειγμα, κάνει περισσότερα από το να δυναμώνει την καρδιά, λέει ο Roizen σε συνεντεύξεις του. «Μελέτες δείχνουν ότι η άσκηση ενεργοποιεί ένα γονίδιο που ξεκινά μια αλυσιδωτή αντίδραση που αυξάνει την έκκριση μιας πρωτεΐνης που βελτιώνει τη μνήμη. Οι μέθοδοι διαχείρισης του στρες επίσης μπορούν να ενεργοποιήσουν ή να απενεργοποιήσουν τη λειτουργία περισσότερων από 250 γονιδίων» λέει ο Δρ Roizen. Και προσθέτει: «Πρέπει να καταλάβουμε ότι επιλογές μας έχουν πολύ πιο βαθιά επίδραση και δεν έχουν να κάνουν με το αν απλά η καρδιά μας χτυπάει λίγο πιο γρήγορα κατά τη διάρκεια της άσκησης».